Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

Προγράμματα ένταξης

 

Εισαγωγή

 

    Ζούμε σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από πολιτισμική ετερότητα. Αυτό σημαίνει ότι όλο και πληθαίνουν οι ιδιαίτερες πολιτισμικές ομάδες που ζουν ανάμεσα μας και συνεισφέρουν στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας. Ζούμε ταυτόχρονα σ' ένα κόσμο, στον οποίο η διαδικασία παγκοσμιοποίησης προχωρά με γρήγορους ρυθμούς.

Τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει μια ιδιαίτερη πρόκληση: να διαμορφώσει κατάλληλες συνθήκες ζωής και εργασίας για τους παλιννοστούντες (νεοπρόσφυγες), τους αλλοδαπούς μετανάστες, τους τσιγγάνους και τους μουσουλμάνους.

Η de facto πολυπολιτισμικότητα που χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία, όπως και τις κοινωνίες των άλλων χωρών, υπαγορεύει την ανάγκη υιοθέτησης νέων προσεγγίσεων στην εκπαίδευση, την κοινωνία, τις διακρατικές σχέσεις και τη συνεργασία. Και αυτό γιατί η ελληνική κοινωνία, παρά τον πολυπολιτισμικό της χαρακτήρα, εξακολουθεί ουσιαστικά να λειτουργεί στη λογική της αφομοίωσης.

Ο αριθμός των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών που φοιτούν στα ελληνικά σχολεία καλύπτει μικρό μόνο μέρος των παιδιών σχολικής ηλικίας που ανήκουν σε αυτές τις ομάδες. Αυτό είναι αναμενόμενο, δεδομένων των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στην πλειοψηφία τους οι παλιννοστούντες και αλλοδαποί. Η κατάσταση επιδεινώνεται όσον αφορά ομάδες που ζουν και εργάζονται παράνομα στην Ελλάδα, ενώ ο χαρακτήρας της παραμονής τους στη χώρα μας θεωρείται προσωρινός.

Η φοίτηση των παιδιών αυτών στα ελληνικά σχολεία κάθε άλλο παρά είναι απαλλαγμένη από προβλήματα. Οι παλιννοστούντες και αλλοδαποί μαθητές αντιμετωπίζουν καταρχάς, όπως είναι αναμενόμενο, γλωσσικά προβλήματα. Συχνά η γλώσσα είναι και ο παράγοντας που τους εμποδίζει να αξιοποιήσουν το γνωστικό και πολιτισμικό κεφάλαιο που φέρουν από τα σχολεία όπου έχουν φοιτήσει, από το οικογενειακό περιβάλλον τους και από τις ευρύτερες εμπειρίες τους. Ωστόσο είναι αξιοσημείωτο ότι αρκετά παιδιά μιλούν ελληνικά σε ικανοποιητικό βαθμό, χωρίς αυτό να αποτελεί απαραίτητα παράγοντα βελτίωσης της σχολικής τους απόδοσης.

Η δεύτερη κατηγορία προβλημάτων που αντιμετωπίζουν αυτοί οι μαθητές αφορά οικονομικά προβλήματα της οικογένειας, τη διαφορά νοοτροπίας και τις δυσκολίες μέχρι να συνηθίσουν να ζουν στην ελληνική κοινωνία.

Ειδικότερα, ο στιγματισμός των ομάδων που προέρχονται από την Αλβανία κυρίως, αλλά και χώρες της πρώην Σ. Ένωσης και η επικινδυνότητα της δομικής τους θέσης στην ελληνική κοινωνία, καθώς και των συμβολικών αναπαραστάσεων που σχετίζονται με αυτή τη θέση, εκφράζεται στις καθημερινές σχέσεις των παιδιών με τους συμμαθητές τους. Ρατσιστικές συμπεριφορές αντιμετωπίζουν ωστόσο και αρκετοί μαθητές που προέρχονται από άλλες χώρες.

Η θέσπιση λοιπόν των Διαπολιτισμικών Σχολείων σηματοδότησε τη νέα κατεύθυνση στην εκπαιδευ­τική πολιτική του Υπουργείου Παιδείας και αποτέλεσε την αρχή μιας μακράς πορείας για την εισαγωγή της διαπολιτισμικής προσέγγισης και εκπαίδευσης σε όσα το δυνατόν περισσότερα ελληνικά σχολεία.

Το Πρόγραμμα για την εκπαί­δευση των παλιννοστούντων και των αλλοδαπών μαθητών συνδέεται με αυτή τη νέα φάση και αναλαμβάνει μαζί με άλλα προγράμματα το κύριο βάρος της ανάπτυξης και εφαρμογής της διαπολιτισμικής προσέγγισης στη σχολική πράξη, αλλά και την ευθύνη για ένα πιο ολοκληρωμένο σχέδιο διαπολιτισμικής εκπαιδευτικής πολιτικής και πρακτικής που θα αφορά όλη την εκπαίδευση, όλα τα παιδιά που φοιτούν στο ελληνικό σχολείο ανεξάρτητα από τη γλωσσική και πολιτισμική τους ιδιαιτερότητα.

Από το 1995 εμφανίζεται μια τάση κεντρικοποίησης των σχετικών πρωτοβουλιών σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η σύγχυση και η φανερή δυσλειτουργικότητα του συστήματος. Ο Νόμος 2413 του 1996 κωδικοποιεί αυτή την τάση και εξασφαλίζει το αναγκαίο πλαίσιο για την εισαγωγή της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα υπαγορεύει την ανάγκη διαμόρφωσης και εφαρμογής συγκεκριμένου οργανωτικού και λειτουργικού πλαισίου για τα Διαπολιτισμικά Σχολεία καθώς και ρύθμισης της σχέσης ανάμεσα στα Διαπολιτισμικά Σχολεία και στους υπάρχοντες θεσμούς μέσα σε ένα πλαίσιο συνολικών ρυθμίσεων.

Μία βασική διάσταση της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης είναι ο δυναμικός και ανοιχτός της χαρακτήρας. Για το λόγο αυτό, δίνει έμφαση στην "εκμάθηση της μάθησης", ταυτόχρονα όμως αντιλαμβάνεται τη μάθηση ως μία κοινωνική διαδικασία και όχι σαν συσσώ­ρευση πληροφοριών. Στόχος είναι οι συμμετέχοντες στην εκπαιδευτική διαδικασία να κατασταθούν αυτόνομοι, ενσυνείδητοι και ευαίσθητοι κοινωνικά χρήστες των γνώσεων τους σε πολλαπλά περιβάλλοντα.

Ως εκπαιδευτικοί έχουμε λοιπόν ένα δύσκολο και ευαίσθητο ρόλο στη διαδικασία που θα βοηθήσει τα παιδιά να αξιολογούν τις ίδιες τις στάσεις και συμπεριφορές τους, να αναζητούν αίτια, να προβληματίζονται, να αναγνωρίζουν τους μηχανισμούς δημιουργίας προκαταλήψεων, να μαθαίνουν να καταπολεμούν και τα δικά τους στερεότυπα. Με άλλα λόγια θα πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά να ανακαλύψουν τα θετικά στοιχεία της διαφορετικότητας, τη σημασία του «εμείς», του αλληλοσεβασμού, της συνεργασίας και της δημιουργικής επικοινωνίας. Καλούμαστε να λειτουργήσουμε εμψυχωτικά προς όλους τους μαθητές, παρατηρώντας προσεχτικά τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες, τις αντιστάσεις και τις επικείμενες συγκρούσεις μέσα στην ομάδα. Και σίγουρα δεν είναι εύκολο πάντα να τα καταφέρουμε . . .

Τα αναλυτικά προγράμματα των μαθημάτων του σχολείου, μας δίνουν τη δυνατότητα σε αρκετές ενότητες να αναπτύξουμε την έννοια της διαπολιτισμικής και αντιρατσιστικής διάστασης χωρίς αυτό να αποβαίνει εις βάρος των διδακτικών στόχων μας. Εξαρτάται από τη δική μας διάθεση να προσεγγίσουμε με πιο δημιουργικούς και πολύμορφους τρόπους τα θέματα της διδακτικής ύλης και εκτός από γνώσεις να προσφέρουμε στα παιδιά τη δυνατότητα να καταφεύγουν στην ευκολία των διακρίσεων και του αποκλεισμού.

Πρέπει όλοι μας, όσοι εμπλεκόμαστε στην εκπαιδευτική διαδικασία και κυρίως οι εκπαιδευτικοί μέσα στην τάξη, να αναδείξουμε το δικαίωμα του κάθε παιδιού και του κάθε ανθρώπου να έχει άλλη θρησκεία, άλλα μουσικά ακούσματα, άλλο πολιτισμό, άλλα ήθη κι έθιμα. Να σεβόμαστε και να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα, να βρίσκουμε αυτά που μας ενώνουν. Να σεβόμαστε και να αποδεχόμαστε τη μοναδικότητα του κάθε παιδιού. Να καταλάβουμε όλοι μας, ότι αυτό που ζούμε καθημερινά μέσα στην τάξη και μέσα στο σχολείο, με αυτή τη σύνθεση, είναι τελικά προνόμιο – αυτή η ανταλλαγή εμπειριών & βιωμάτων – κι όχι κοινωνικό πρόβλημα.

Βασικός στόχος όλων των προγραμμάτων διαπολιτισμικής εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι όχι μόνο η κοινωνική ένταξη των παλιννοστούντων, αλλοδαπών, τσιγγάνων, μουσουλμάνων μαθητών και των οικογενειών τους (που ζουν σήμερα στην Ελλάδα) με σεβασμό στη διαφορά και στην προέλευση, αλλά και να συμβάλουν στη διαμόρφωση μαθητών ικανών να διαχειριστούν τη διαπολιτισμική πραγματικότητα και να επωφεληθούν από αυτή, στα πλαίσια βέβαια δημοκρατικών κοινωνικών αντιλήψεων και πρακτικών.

 

Παπαδόπουλος Στέργιος

Διευθυντής του 6ου Διαπολιτισμικού και Ολοήμερου

Δημοτικού Σχολείου Ελευθερίου-Κορδελιού Θεσ/νίκης

 

Πίσω